Όσιος Σιλουανός ο Αθωνίτης (1866 - 1938†)


«Κανείς δέ σώζεται μόνος του.

Ἡ σωτηρία μου δέν εἶναι δική μου ὑπόθεση,

δική μου μικρή καί ἀτομική ὑπόθεση.

Εἶναι ἕνα γεγονός ὀντολογικό, πού ἀφορᾶ ὄχι μόνο ὅλη τήν ἀνθρωπότητα,

ἀλλά καί ὅλη τήν κτίση, κάθε τι πού δημιουργήθηκε ἀπό τό Θεό».

(ὅσιος Σιλουανός)

Σαράντα ἡμέρες μετά τήν ἑορτή τῆς Κοιμήσεως τῆς Ὑπεραγίας Θεοτόκου, ἀλλά καί στόν ἑορτασμό τῆς μνήμης τῆς ἁγίας ἰσαποστόλου Θέκλας, συνεορτάζεται καί ἡ μορφή ἑνός ἁγίου τῶν καιρῶν μας. Πρόκειται γιά μιά ἀπό τίς ἁγιασμένες μορφές τοῦ σύγχρονου ἁγιωνύμου Ὄρους, τοῦ ὁσίου Σιλουανοῦ τοῦ Ἁγιορείτη.

Μιά μορφή πού τήν ἀνέδειξε καί φανέρωσε στό πνευματικό στερέωμα τῆς Ἐκκλησίας «ἡ ἀενάως βρύουσα ζωτική καί φωτιστική» δύναμη τοῦ Παναγίου Πνεύματος,ἀλλά καί μᾶς παρουσίασε ἡ γραφίδα τοῦ νέου ὁσίου καί μεγάλου θεολόγου τῆς ἐποχῆς μας, πατρός Σωφρονίου,ἱδρυτοῦ καί Ἡγουμένου τῆς Ἱερᾶς Μονῆς τοῦ Τιμίου Προδρόμου, στό Essexτῆς Ἀγγλίας (†1993).

Ἡ γνωριμία τῶν δυό αὐτῶν μεγάλων μορφῶν τοῦ Ἁγιορείτικου μοναχισμοῦ ἦταν ἀναπάντεχη, ὅπως διηγεῖται ὁ π. Σωφρόνιος. Στάθηκε ὅμως καθοριστική στήν μετέπειτα πνευματική ἀνέλιξη τοῦ πατρός Σωφρονίου.

Ὁ π. Σωφρόνιος εἶχε ἔλθει ἀπό τή Γαλλία στό Ὄρος.Ἔψαχνε νά βρεῖ τόν κατάλληλο χειραγωγό στήν πνευματική του πορεία.Εἶχε ἤδη ζήσει πολυποίκιλες φάσεις ζωῆς ἐδῶ κι ἐκεῖ, ἐνῶ τό 1925 τά βήματά του τόν ἔφεραν στό Περιβόλι τῆς Παναγίας. Σάν ρῶσος τήν καταγωγή ἐγκαταβίωσε στήν Ἱερά Μονή τοῦ Ἁγίου Παντελεήμονος. Ἤδη εἶχε περάσει ὁλόκληρη πενταετία ἀπό τότε. Στήν πενταετία αὐτή εἶχε δεχθεῖ καί τό βαθμό τοῦ Διακόνου. Ὁ π. Σωφρόνιος ἀσκούμενος μοναχός καί διάκονος στά μυστήρια τοῦ Θεοῦ,εἶχε ἀκούσει γιά τόν Γέροντα Σιλουανό, πού καί αὐτός ἀρκετά χρόνια ἦταν ἀδελφός τῆς Ἱερᾶς Μονῆς. Ὅμως ποτέ δέν ἔτυχε νά ἔχει κάποια ἰδιαίτερη γνωριμία μέ τόν ὅσιο Γέροντα.

Ὅπως λέει ὁ ἴδιος, κάθε φορά πού ἔπρεπε νά βγεῖ ἀπό τό ἅγιο Βῆμα καί νά θυμιατίσει τό Ναό, ὅταν περνοῦσε μπροστά ἀπό τό στασίδι τοῦ Γέροντα αἰσθανόταν ἕνα δέος, καί μαζί κάποια συστολή στή θέα τοῦ Γέροντος.

Κάποια ἡμέρα, ὁ π. Σωφρόνιος, δέχθηκε στό κελί του τήν ἐπίσκεψη ἑνός μοναχοῦ, τοῦ π. Βλαδιμήρου. Εἶχαν μάλιστα μιά σοβαρή συνομιλία. Συζήτησαν πάνω σέ διάφορα πνευματικά ζητήματα,καί ξαφνικά ὁ π. Βλαδίμηρος ἔθεσε ἕνα ἐρώτημα.

-Πάτερ Σωφρόνιε, πές μου ἕνα λόγο γιά τή σωτηρία τῆς ψυχῆς μου.

Ὁ πατήρ Σωφρόνιος, πού ἐκείνη τή στιγμή ἑτοίμαζε τσάϊ,ἀκούγοντας τήν ἐρώτηση αὐτή τοῦ συνομιλητῆ του ἐντελῶς αὐθόρμητα ἀπάντησε στόν π. Βλαδίμηρο:

-Νά στέκεσαι στό χεῖλος τῆς ἀβύσσου τῆς ἀπογνώσεως, καί ὅταν ἀρχίζεις νά ἀποκάμνεις, τραβήξου λίγο πίσω, καί πιές ἕνα φλυτζάνι τσάϊ».

Ὁ λόγος αὐτός ξάφνιασε, ἀλλά καί ἐντυπωσίασε τόν μοναχό, πού σηκώνεται βιαστικά, οὔτε τσάϊ δέν ἤπιε, καί μιά καί δυό τρέχει στόν ὅσιο Σιλουανό γιά νά τοῦ πεῖ τή συνομιλία καί τό τί τόν συμβούλευσε ὁ π. Σωφρόνιος. Ἤθελε ἀκόμη καί νά ἐλέγξει τή σοβαρότητα τῶν τελευταίων λέξεων πού βγῆκαν ἀπό τό στόμα τοῦ διακόνου.

Τήν ἑπόμενη ἡμέρα ἐκεῖ πρός τό μεσημεράκι, ὁ πατήρ Σωφρόνιος κατέβαινε ἀπό τή σκάλα τῆς εἰσόδου τῶν κελιῶν πρός τήν αὐλή τοῦ Μοναστηριοῦ, ταυτόχρονα ὁ Γέροντας Σιλουανός ἀνέβαινε μέ κατεύθυνση τήν εἴσοδο τῶν κελιῶν.Ἡ συνάντηση, ὅπως ἔλεγε ὁ π. Σωφρόνιος, ἦταν ἀναπόφευκτη κάπου μπροστά στήν εἴσοδο τοῦ Καθολικοῦ.Ὁ πατήρ Σωφρόνιος, ἀπό σεβασμό λοξοδρόμησε. Ἀλλά νάτος!ἀπό τήν ἄλλη κατεύθυνση καί ὁ γέροντας Σιλουανός. Βρέθηκαν λοιπόν, ὁ ἕνας μπροστά στόν ἄλλο. Χωρίς πολλά λόγια, ὁ πατήρ Σιλουανός, μπαίνει κατ’ εὐθεῖαν στό θέμα:

«-Πάτερ Σωφρόνιε, ἦλθε σ’ἐσένα χθές ὁ π. Βλαδίμηρος;» Ὁ π. Σωφρόνιος ἀπαντᾶ. «-Ἔσφαλα;».Καί ὁ ὅσιος Σιλουανός τοῦ λέει ἐπιγραμματικά:

«Ὄχι,ἀλλά ὁ λόγος ὑπερέβαινε τά μέτρα καί τή δύναμη τοῦ ἀδελφοῦ. Ἔλα αὔριο νά συζητήσουμε ἀπό κοντά».

Τήν ἐπαύριο ὁ π. Σωφρόνιος ἐπισκέπτεται στό κελάκι του τόν ὅσιο. Ἀσφαλῶς πολλά θά συζητήθηκαν ἐκείνη τήν ἡμέρα, ἡ ὁποία σημάδεψε τή ζωή του, μιά καί αὐτή στάθηκε ἡ ἀφετηρία νά οἰκοδομηθεῖ μιά μεγάλη πνευματική σχέση.

Ὁ π. Σωφρόνιος βρῆκε ἐπιτέλους τό πνευματικό στήριγμα πού ἔψαχνε. Ὁ ὅσιος Σιλουανός πάλι μέ τήν πνευματική του ἐμπειρία διεῖδε τοῦ π. Σωφρονίου τά χαρίσματα. Αὐτό ἦρθε καί ἔδεσε σ’ ἕνα πνευματικό δεσμό. Ὁ Σωφρόνιος ἀπό τήν ἡμέρα ἐκείνη βρῆκε αὐτό πού ποθοῦσε, τό πνευματικό στήριγμα. Ἀλλά καί ὁ γέροντας Σιλουανός ἤθελε ἕνα γνήσιο πνευματικό παιδί. Σέ λίγο καιρό ὁ ὅσιος Γέροντας θά ἀνοίξει τήν καρδιά του στό μαθητή του. Θά τοῦ διηγηθεῖ καταλεπτῶς ὅλη τήν πορεία τῆς ζωῆς του, ἀπό τά νεανικά του χρόνια, μέχρι τή στιγμή ἐκείνη πού εἶχε φθάσει πρός τήν πνευματική ὡριμότητα. Τοῦ εἶπε γιά τά δεκαπέντε χρόνια τῆς σκληρῆς πάλης του μέ τά πνεύματα τῆς πονηρίας. Τοῦ περιέγραψε, πώς ἔφθασε στό χεῖλος τῆς ἀβύσσου τῆς ἀπογνώσεως, καί ὅτι τελικά ἔλαβε τήν ἄνωθεν στήριξη.Τοῦ ἐμπιστεύθηκε ἀκόμη τήν ἀποκάλυψη πού δέχθηκε ἀπό τόν Κύριο Ἰησοῦ, καί μαζί τόν πολύ βαθύ ἀποκαλυπτικό λόγο, πού τοῦ εἶπε ὁ Ἴδιος ὁ Χριστός: «κράττει τόν νοῦν σου εἰς τόν ἅδην καί μή ἀπελπίζου».

Ὁ ἄξιος ὑποτακτικός καί μαθητής τοῦ ὁσίου Σιλουανοῦ πατήρ Σωφρόνιος, τά κράτησε σάν πολύτιμο μαργαρίτη στήν καρδιά του, καί μέ καρδιακά δάκρυα ὕστερα ἀπό τήν ἐκδημία τοῦ ὁσίου πατέρα του, τά ἐπεξεργάζονταν στό ἐργαστήρι τῆς ψυχῆς του. Πολύ ἀργότερα θά τά καταγράψει στή συγγραφή τοῦ βίου καί πολιτείας τοῦ πνευματικοῦ του πατέρα. Ἔτσι μάθαμε τήν ἁγιασμένη μορφή τοῦ Ὁσίου Σιλουανοῦ τοῦ Ἀθωνίτου. Τό βιβλίο αὐτό εἶναι μιά συγκλονιστική ἐμπειρία.

Στή συνέχεια παραθέτω δυό ἁπλά στοιχεῖα τῆς βιοτῆς του.Φοβοῦμαι μήν ἀδικήσω καί τόν Ὅσιο, ἀλλά καί τόν συγγραφέα τοῦ βίου του. Πιστεύω, πώς ὅποιος ἐπιθυμεῖ βαθύτερη καί οὐσιαστικότερη γνωριμία, ἄς διαβάσει τό βιβλίο του: «ὁ Ἅγιος Σιλουανός».

Ὁ ὅσιος Σιλουανός, κατά κόσμο Συμεών, γεννήθηκε σ’ ἕνα χωριό τῆς ἐπαρχίας Ταμπώβ τῆς Ρωσίας τό 1866. Οἱ γονεῖς του ἦταν εὐσεβεῖς ἄνθρωποι. Ὁ νεαρός Συμεών ὑψηλόσωμος καί δυναμικός, εἶχε μιά πολλή ἄστατη ζωή.Τό προσκύνημά του στόν τάφο τοῦ ὁσίου Ἰωάννου τοῦ Ἐγκλείστου, (Ρῶσος ὅσιος) στάθηκε ἀποφασιστικῆς σημασίας γιά τή μετέπειτα ζωή του. Τό ἴδιο καί ἕνα ὅραμα πού εἶδε καί στό ὁποῖο ἡ Παναγία τοῦ ἔδωσε κατευθύνσεις γιά τήν πορεία του.

Ὅλα αὐτά τόν ὁδηγοῦν σέ μετάνοια, ἐνῶ παίρνει τή μεγάλη ἀπόφαση νά μονάσει στό Ἅγιο Ὄρος.Ἔτσι τό 1892 φθάνει στό Ὄρος καί ἐγκαταβιώνει στήν Ἱερά Μονή Παντελεήμονος. Τό 1896 θά καρεῖ μικρόσχημος μοναχός καί τό 1911 μεγαλόσχημος καί θά πάρει τό μοναχικό ὄνομα Σιλουανός.

Ἀπό τήν πρώτη κιόλας στιγμή δίνεται μέ ἰδιαίτερη θέρμη στήν ἄσκηση καί τήν προσευχή. Στά πρῶτα χρόνια τῆς ἀσκήσεως φθάνει στήν ἀπόγνωση. Ἡ ἀπόγνωση εἶναι ἡ δοκιμασία τῶν τελείων. Καί ἐνῶ βρίσκεται στό χεῖλος τῆς ἀβύσσου δέν ἐγκαταλείπεται ἀπό τή Χάρη τοῦ Θεοῦ.Δυό φορές τοῦ ἀποκαλύπτεται ὁλοζώντανος ὁ Κύριος γεμίζοντας φῶς καί ἐλπίδα τήν καρδιά τοῦ ζηλωτῆ νέου μοναχοῦ. Ἡ ταπείνωση, ἡ διάκριση, ἡ ἁπλότητα ἡ θέρμη τῆς προσευχῆς καί πάνω ἀπό ὅλα ἡ ἐξαγόρευση τῶν λογισμῶν ἔκαναν τόν Σιλουανό νά ἀνεβαίνει τήν ἁγιασμένη κλίμακα τῶν ἀρετῶν.

Βίωνε τήν κάθε στιγμή του μέσα στήν ἀπεραντωσύνη τῆς θείας ἀγάπης, ὅπως δίδασκε χαρακτηριστικά. «Σκοπός στή ζωή μας εἶναι νά ἐκδιωχθεῖ τό κακό ἀπό τή γῆ καί νά βασιλεύσει ἡ εἰρήνη. Ἡ ἀγάπη, ἡ ἀληθινή ἀγάπη, δέν ἀνέχεται τήν ἀπώλεια οὔτε μιᾶς ψυχῆς. Ὁ ἀδελφός μας εἶναι ἡ ζωή μας. Θά δοξαστοῦν αὐτοί πού, ἐπειδή ἦταν πλήρεις ἀπό τήν ἀγάπη τοῦ Θεοῦ, ὑπέμειναν τόν πόνο ὅλου τοῦ κόσμου». Ἀπό αὐτήν ἱερή ἀγωνία ξεκινοῦσε καί ἡ διακαής προσευχή του, μιά προσευχή πού τή βλέπουμε νά τήν ἀναγράφει στήν εἰκόνα τῆς ἁγιασμένης μορφῆς του, πού ἀργότερα ἱστόρησε καί μέ τά χρώματα ὁ μαθητής του καί βιογράφος καί μιμητής τῆς πολιτείας του, ἡγούμενος πλέον τῆς Ἱερᾶς Μονῆς τοῦ Προδρόμου στό ESSEXτοῦ Λονδίνου. «Δέομαί Σου ἐλεῆμον Κύριε, ἵνα γνωρίσωσί σε ἐν Πνεύματι Ἁγίῳ πάντες οἱ λαοί τῆς γῆς».

Ὁ ὅσιος Σιλουανός πάντοτε ὑπενθύμιζε στούς συνομιλητές του πώς κανένας δέν σώζεται μόνος του. Ἡ σωτηρία μου, ἔλεγε χαρακτηριστικά, «δέν εἶναι δική μου ὑπόθεση, δική μου μικρή καί ἀτομική ὑπόθεση. Εἶναι ἕνα γεγονός ὀντολογικό, πού ἀφορᾶ ὄχι μόνο ὅλη τήν ἀνθρωπότητα, ἀλλά καί ὅλη τήν κτίση, κάθε τι πού δημιουργήθηκε ἀπό τό Θεό, παγγενῆ τόν Ἀδάμ, ἀλλά καί ὅλη τήν κτίση, κάθε τι πού δημιουργήθηκε ἀπό τόν Θεό».

Ὁ γέρων Σιλουανός, ἀκολουθεῖ ὅπως φαίνεται τά βήματα τοῦ ἁγίου Ἰσαάκ τοῦ Σύρου, πού ἀγκάλιαζε, καί ἐκεῖνος ὁ ἁγιασμένος, μέσα στήν καρδιά του ὅλη τήν κτίση. Ἔτσι διηγεῖται ὁ Γέροντας, γιά τή θλίψη πού τόν κυρίευσε,ὅταν ἔκοψε ἕνα φύλλο ἀπό ἕνα δέντρο χωρίς λόγο· γιά τά δάκρυα πού ἔχυνε γιά τρεῖς ἡμέρες,ἐπειδή τραυμάτισε θανάσιμα μιά μύγα πού τόν ἐκνεύριζε, ἤ ἐπειδή ἔρριξε καυτό νερό σέ νυκτερίδες, πού τόν ἐνοχλοῦσαν καί θέλησε νά ἀπαλλαγεῖ ἀπ’ αὐτές.Ἔλεγε, πώς μετά ἀπ’ ἐκείνην τήν ἡμέρα δέν ἔκανα πιά κακό σέ κανένα πλᾶσμα. Τό Πνεῦμα τοῦ Θεοῦ μᾶς μαθαίνει νά ἀγαπᾶμε κάθε ἔμβιο ὄν.

Στά 1929 συνδέεται πνευματικά μέ τόν Σωφρόνιο, πού ἔμεινε κοντά του μέχρι τήν κοίμησή του, μιμούμενος τήν ἐκείνου βιοτήν καί πολιτείαν,προσφέροντας τό κατά δύναμη, ἀνακουφίζοντας τῶν γηρατειῶν τήν ἀδυναμία. Τό τέλος τοῦ ὁσίου Σιλουανοῦ ἦρθε στίς 24 Σεπτεμβρίου 1938, πού εἶναι καί ἡ ἡμέρα τῆς μνήμης του. Νά σημειώσουμε πώς στίς 26 Νοεμβρίου 1987 ἔγινε ἀπό τό Οἰκουμενικό πατριαρχεῖο ἡ ἐπίσημη ἁγιοκατάταξη στό Ἁγιολόγιο τῆς Ἐκκλησίας μας. Ἐνῶ τήν ἀκολουθία τῆς ἑορτῆς του συνέθεσε ὁ ἱερομόναχος Ἀθανάσιος Σιμωνοπετρίτης. Τό ἱερό του λείψανο καί ἡ εὐωδιάζουσα κάρα του βρίσκονται στήν Ἱερά Μονή τῆς μετανοίας του.

Ἡ ἁγιασμένη μορφή τοῦ Γέροντα Σιλουανοῦ, πού τήν κατέγραψε τόσο συγκλονιστικά ἡ γραφίδα τοῦ πατρός Σωφρονίου στάθηκαν γενεσιουργές αἰτίες τῆς πανορθοδόξου ἀναγνωρίσεως τοῦ Ὁσίου Σιλουανοῦ τοῦ Ἀθωνίτου. «Ὁ μακαριστός καί ἁγιασμένος κι αὐτός πατήρ Σωφρόνιος, ἔγινεν ἀκριβής ἑρμηνευτής καί ἄριστος βιογράφος τοῦ Ἁγίου Σιλουανοῦ, ὅστις ἐπαρουσίασεν εἰς τόν σύγχρονον κόσμον τούς σκληρούς καμάτους καί τάς πνευματοβρύτους γραφάς του, ὡς εὐεργεσίαν καί παράκλησιν ἀναριθμήτων θεοδιψάστων ψυχῶν», σημειώνει χαρακτηριστικά ὁ Προη-γούμενος Αἰμιλιανός ὁ Σιμωνοπετρίτης στόν Πρόλογο τῆς Ἀκολουθίας τοῦ ὁσίου πατρός ἡμῶν Σιλουανοῦ τοῦ Ἀθωνίτου.

Γιά τούς φιλακολούθους χριστιανούς μας σημειώνεται τό Ἀπολυτίκιο τῆς ἑορτῆς του, ὅπως αὐτό τό συνέταξε ὁ ἱερομόναχος π. Παῦλος:

Ἦχος γ’. Θείας πίστεως.

«Κήρυξ δέδοσαι, τῇ οἰκουμένῃ,

σύ γλυκύτατος, ἐν θεολόγοις,

τῆς τοῦ Χριστοῦ ἀγάπης τρισόλβιε·

τόν Ταπεινόν γάρ καί Πρᾶον ἑώρακας

καί τήν Ἐκείνου καρδίαν κατέμαθες.

Ὅθεν ἅπαντες, Σιλουανέ ἐλλαμπόμενοι,

τοῖς θεογλώσσοις ῥήμασι,

δοξάζομεν τό Πνεῦμα τό δοξάσαν σε».

(+π. Κ. Φ.)

ΠΗΓΗ: ''Ιερά Μητρόπολις Κηφισίας, Αμαρουσίου και Ωρωπού'' 


Διδαχές τοῦ Ὁσίου Σιλουανοῦ τοῦ Ἀθωνίτου


«Ἂν ἕνας λαὸς ἢ μία πολιτεία ὑποφέρουν, τότε πρέπει νὰ μετανοήσουν οἱ πάντες κι ὁ Θεὸς θὰ τὰ ἐξομαλύνει ὅλα πρὸς τὸ καλό.

Ὅποιος δὲν ἀγαπᾶ τοὺς ἐχθρούς, σ' αὐτὸν δὲν ἔχει κατοικήσει ἀκόμη ἡ χάρις τοῦ Θεοῦ. Αφόρητη εἶναι ἡ ζωὴ χωρὶς ἀγάπη γιὰ τὸν Θεό. Σκότος καὶ ἀνία γιὰ τὴν ψυχή. Ὅταν ὅμως ἔλθει ἡ ἀγάπη, τότε εἶναι ἀδύνατο νὰ περιγραφεῖ ἡ χαρὰ τῆς ψυχῆς. Ὅποιος γνώρισε τὴν ἀγάπη τοῦ Θεοῦ, αὐτὸς ἀγαπᾶ ὄλον τὸν κόσμο καὶ ποτὲ δὲν μεμψιμοιρεῖ, γιατί ἡ πρόσκαιρη θλίψη γιὰ τὸν Θεὸ προκαλεῖ αἰώνια χαρά. Ἄς ταπεινώσουμε τὸν ἑαυτό μας, καὶ ὁ Κύριος θὰ δώσει νὰ γνωρίσουμε τὴν δύναμη τῆς προσευχῆς τοῦ Ἰησοῦ. Ψυχή ποὺ ἀγαπᾶ τὸν Κύριο δὲν μπορεῖ νὰ μὴν προσεύχεται, γιατί τὴν ἕλκει πρὸς Αὐτὸν ἡ χάρη ποὺ ἐδοκίμασε στὴν προσευχή.

Ἂν κανεὶς προσεύχεται στὸν Κύριο καὶ σκέφτεται ἄλλα πράγματα, τότε ὁ Κύριος δὲν εἰσακούει αὐτοῦ τοῦ εἴδους τὴν προσευχή. Ἡ ἀδιάλειπτη προσευχὴ προέρχεται ἀπὸ τὴν ἀγάπη καὶ χάνεται ἐξ αἰτίας τῆς κατακρίσεως, τῆς ἀργολογίας καὶ τῆς ἀκράτειας. Τέτοιος εἶναι ὁ παράδεισος τοῦ Κυρίου. Ὅλοι θὰ βρίσκονται μέσα στὴν ἀγάπη καὶ ἀπὸ τὴν κατὰ Χριστὸν ταπείνωση ὅλοι θὰ χαίρονται νὰ βλέπουν τοὺς ἄλλους ἀνώτερούς τους. Ἡ ταπείνωση τοῦ Χριστοῦ κατοικεῖ στοὺς μικρότερους κι αὐτοὶ χαίρονται ποὺ εἶναι μικροί.

Γιὰ νὰ σωθεῖς εἶναι ἀνάγκη νὰ ταπεινωθεῖς. Γιὰ τὸν ὑπερήφανο, καὶ μὲ τὴ βία νὰ τὸν βάλεις στὸν παράδεισο, κι ἐκεῖ δὲν θὰ βρεῖ ἀνάπαυση, γιατί δὲν θὰ εἶναι ἱκανοποιημένος καὶ θὰ λέγει: «Γιατί δὲν εἶμαι ἐγὼ στὴν πρώτη θέση;» Ἡ ψυχὴ τοῦ ταπεινοῦ μοιάζει μὲ πέλαγος. Ρῖξε μία πέτρα στὸ πέλαγος. Θὰ ταράξει γιὰ λίγο τὴν ἐπιφάνεια καὶ μετὰ καταδύεται ἀμέσως στὰ βάθη. Ἔτσι καταβυθίζονται στὴν καρδιὰ τοῦ ταπεινοῦ οἱ θλίψεις, γιατί ἡ δύναμη τοῦ Κυρίου εἶναι μαζί του. Ἡ ὑπερηφάνεια καίει σὰν τὴν φωτιὰ κάθε καλό, ἐνῷ ἡ κατὰ Χριστὸν ταπείνωση εἶναι γλυκεῖα καὶ δὲν περιγράφεται. Κι ἂν τὸ ἤξεραν αὐτὸ οἱ ἄνθρωποι, τότε ὅλη ἡ οἰκουμένη θὰ σπούδαζε αὐτὴν τὴν ἐπιστήμη.

Ψυχή ἁμαρτωλή, αἰχμάλωτη στὰ πάθη, δὲν μπορεῖ νὰ ἔχει εἰρήνη καὶ χαρὰ ἐν Κυρίῳ, ἔστω κι ἂν ἔχει ὅλα τὰ πλούτη τῆς γῆς, ἔστω κι ἂν βασιλεύει σ' ὄλον τὸν κόσμο. Ἄν οἱ ἄρχοντες τηροῦσαν τὶς ἐντολὲς τοῦ Κυρίου καὶ ὁ λαὸς καὶ οἱ ὑπήκοοι ὑπάκουαν μὲ ταπείνωση, θὰ ὑπῆρχε μεγάλη εἰρήνη καὶ ἀγαλλίαση πάνω στὴ γῆ. Ἐξαιτίας ὅμως τῆς φιλαρχίας καὶ τῆς ἀνυπακοῆς τῶν ὑπερήφανων ὑποφέρει ὅλη ἡ οἰκουμένη. Τό μέτρο τῆς ἐγκράτειας πρέπει νὰ εἶναι τέτοιο ποὺ νὰ παραμένει ἡ καρδιὰ στὴν προσευχὴ μετὰ τὸ γεῦμα. Νά ἡ πιὸ σύντομη καὶ εὔκολη ὁδὸς γιὰ τὴν σωτηρία: Νὰ εἶσαι ὑπάκουος ἐγκρατής, νὰ μὴν κατακρίνεις καὶ νὰ φυλάγεις τὸν νοῦ καὶ τὴν καρδιά σου ἀπ’ τοὺς κακοὺς λογισμούς. Τὸ καλύτερο ἔργο εἶναι νὰ παραδοθοῦμε στὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ καὶ νὰ βαστάζουμε τὶς θλίψεις μὲ ἐλπίδα. Γιά νὰ γνωρίσει κανεὶς τὸν Κύριο δὲν χρειάζεται νὰ εἶναι πλούσιος ἢ ἐπιστήμονας, ἀλλὰ χρειάζεται νὰ εἶναι ἐγκρατής, νὰ ἔχει πνεῦμα ταπεινὸ καὶ ν' ἀγαπᾶ τὸν πλησίον.

Ἡ ἀπιστία προέρχεται ἀπὸ τὴν ὑπερηφάνεια. Ὁ ὑπερήφανος ἰσχυρίζεται ὅτι θὰ γνωρίσει τὰ πάντα μὲ τὸν νοῦ του καὶ τὴν ἐπιστήμη, ἀλλὰ ἡ γνῶσι τοῦ Θεοῦ παραμένει ἀνέφικτη γι’ αὐτόν, γιατί ὁ Θεὸς γνωρίζεται μόνον μὲ ἀποκάλυψη τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. Ὁ Κύριος ἀποκαλύπτεται στὶς ταπεινὲς ψυχές. Σ’ αὐτὲς δείχνει ὁ Κύριος τὰ Ἔργα Του, ποὺ εἶναι ἀκατάληπτα γιὰ τὸν νοῦ μας. Καλότυχη ἡ ψυχὴ ποὺ ἀγαπᾶ τὸν ἀδελφό της, γιατί ὁ ἀδελφός μας εἶναι ἡ ζωή μας. Ἡ ψυχὴ δὲν μπορεῖ νὰ ἔχει εἰρήνη, ἂν δὲν προσεύχεται γιὰ τοὺς ἐχθρούς. Μεγάλο πρόσωπο εἶναι ὁ Ἱερέας, ὁ λειτουργός του ἁγίου Θυσιαστηρίου τοῦ Θεοῦ. Ὅποιος τὸν προσβάλλει, προσβάλλει τὸ Ἅγιο Πνεῦμα ποὺ ζεῖ σ’ αὐτόν. Ἂν ὁ ἄνθρωπος δὲν τὰ λέει ὅλα στὸν πνευματικό, τότε εἶναι ὁ δρόμος τοῦ στραβὸς καὶ δὲν ὁδηγεῖ στὴν σωτηρία. Εἶναι ἀπαραίτητο νὰ ἔχουμε ὑπακοή, ταπείνωση καὶ ἀγάπη, ἀλλιῶς ὅλες οἱ μεγάλες ἀσκήσεις καὶ ἀγρυπνίες μας ἀποβαίνουν μάταιες. Ὁ Κύριος ἀγαπᾶ τὴν ὑπάκουη ψυχὴ καὶ τῆς δίνει τὴν εἰρήνη Του, καὶ τότε ὅλα εἶναι καλὰ κι ἡ ψυχὴ αἰσθάνεται ἀγάπη γιὰ ὅλους. Ὁ ἀληθινὸς ὑποτακτικὸς μισεῖ τὸ θέλημά του κι ἀγαπᾶ τὸν πνευματικὸ πατέρα καὶ γι' αὐτὸ λαμβάνει τὴν ἐλευθερία νὰ προσεύχεται στὸν Θεὸ μὲ καθαρὸ νοῦ κι ἡ ψυχὴ τοῦ θεωρεῖ τὸν Θεὸ χωρὶς λογισμοὺς καὶ ἀναπαύεται κοντά Του. Ὁ ἅγιος Ἀπόστολος Ἰωάννης ὁ Θεολόγος λέει πὼς οἱ ἐντολὲς τοῦ Θεοῦ δὲν εἶναι βαρεῖες, ἀλλὰ ἐλαφρὲς. Ναί, εἶναι ἐλαφρές, ἀλλὰ μόνον ἐξ αἰτίας τῆς ἀγάπης, χωρὶς τὴν ἀγάπη ὅμως ὅλα εἶναι δύσκολα».

ΠΗΓΗ: ''ΑΓΙΟΡΕΙΤΙΚΗ ΜΑΡΤΥΡΙΑ''

Σχόλια

ΤΑ ΠΙΟ ΔΗΜΟΦΙΛΗ